Η έννοια και η εφαρμογή της πολιτικής διαμέσου των χρόνων υπέστη τις μεγαλύτερες και πιο βάναυσες αλλαγές σε σχέση με οτιδήποτε άλλο οικοδόμησε ο ελληνικός πολιτισμός. Η χώρα η οποία έδωσε τα φώτα της για να λάμψει η οικουμένη, παρά το γεγονός ότι γέννησε ένα πλήθος πολιτικών συστημάτων (ολιγαρχία, δημοκρατία, τυραννίδα κ.τ.λ) γέννησε επίσης και μεγάλους φιλοσόφους. Έτσι, κατά τον Πλάτωνα, το ιδανικό πολίτευμα θα πρέπει να άρχεται από τους άξιους στο πνεύμα και όχι στα αγαθά, κάτι το οποίο έχει εξαλειφθεί στην χώρα μας τα τελευταία τουλάχιστον 40 έτη.
Η πολιτική και οι εκφραστές της, στο όνομα του κέρδους και της προσωπικής τους ευμάρειας διέγραψαν άξιες οι οποίες πέρασαν από γενιά σε γενιά είτε μέσω του προφορικού λόγου είτε μέσω της έγγραφης διαθήκης των μεγάλων ανδρών της Φυλής μας.
Το τέλος του μύθου
Κατά τον μύθο, ο Προμηθέας ήταν αυτός που έκλεψε την φωτιά για να την χαρίσει στους ανθρώπους, προκειμένου να μπορούν να επιβιώσουν και ο Δίας τους χάρισε τα πολυτιμότερα αγαθά, την αιδώ και τη δίκη προκειμένου να μπορούν να γίνουν ιδρυτές πόλεων και γεννήτορες πολιτισμού.
Στις ημέρες μας το αγαθό της επιβίωσης - για το οποίο τιμωρήθηκε βάναυσα ο Προμηθέας – αρπάχτηκε βίαια από τους νέους «θεούς» για χάριν της μνημονιακής πολιτικής. Οι νέοι «θεοί» δεν θα τιμωρηθούν όμως γι αυτήν την αρπαγή, γιατί αυτοί έρχονται ως τιμωροί και εκδικητές και επιζητούν την θυσία του Έθνους μας, προκειμένου να εισπράξουν τα «εύσημα» από τους εντολοδόχους τους.
Ο Δίας φαντάζει μακρινός θεός, παρά τα «όπλα» που χάρισε απλόχερα στους Έλληνες για να γίνουν μεγάλο γένος. Kαι το γένος αυτό έφτασε να αντικαταστήσει τα δώρα των θεών με ένα τσούρμο απατεώνων και κλεφτών, με ένα τσούρμο προσκυνημένων. Η Αιδώς και η Δίκη από θεότητες που ήταν έπεσαν και έγιναν απλές λέξεις, βαπτίστηκαν ξανά, μόνο που το όνομά τους δεν είναι σταθερό, καθώς αναλόγως των σκοπιμοτήτων άλλοι το βαπτίζουν ελαφρά την καρδία δικαιοσύνη και άλλοι δημοκρατία, όπως π.χ. το «συνταγματικό τόξο» όπου με τα ύπουλα σχέδια των αντιπροσώπων του, δήθεν υπεραμύνεται της «δικαιοσύνης», μιας δικαιοσύνης για λίγους, μιας δικαιοσύνης που γίνεται έρμαιο νέων «θεών».
Μα κι αυτοί οι τελευταίοι δεν θα προφτάσουν να χορτάσουν από το αίμα των Ελλήνων, γιατί κάποιοι κράτησαν γερά μέσα τους τα δώρα των θεών, κάποιοι ακόμη δεν παραβίασαν τον νόμο του Δία, κάποιοι ακόμη πιστεύουν στον ερχομό της Νεμέσεως.
Πολιτική τέχνη και Πρωταγόρας
Ίσως, κάποιος χαρακτηρίσει σκληρούς ή ακραίους τέτοιους χαρακτηρισμούς για τους πολιτικούς μας αντιπάλους. Για έναν Εθνικιστή, όμως, δεν τίθεται θέμα ψηφοθηρίας ούτε ομιλεί με την σκληρή γλώσσα γιατί «λαϊκίζει», όπως θα σπεύσουν κάποιοι να πουν. Για έναν Εθνικιστή η έννοια του πολιτικού αντιπάλου σημαίνει την εξ ολοκλήρου πνευματική, σωματική και ψυχική αχανή απόσταση που τους χωρίζει. Για έναν Εθνικιστή, οι Προγονοί του τον διδάξαν την «περί του βίον σοφίαν», γιατί ο Εθνικιστής έχει και Πατρίδα και Προγόνους ενώ ο πολιτικός του αντίπαλος δεν έχει πατρίδα ούτε προγόνους, καθώς με ευκολία τα ξεπουλάει στα ξένα συμφέροντα.
Στο παρόν άρθρο, θα εξετάσουμε την πολιτική αρετή όπως αυτή διαγράφεται στο έργο «Πρωταγόρας» του Πλάτωνα. Μέσα από τον διάλογο του Σωκράτη και του Πρωταγόρα φαίνεται η διαφωνία τους για το αν η πολιτική αρετή μπορεί να διδαχθεί ή όχι. Ο σκοπός του Σωκράτη είναι εμφανής: να ανακαλυφθεί μια γενική αλήθεια, μια καθολικότητα της πολιτικής αρετής.
Ωστόσο, αν και εκ διαμέτρου αντίθετες φιλοσοφικές προσωπικότητες, ο διάλογός τους καταλήγει στην μεταβολή των απόψεων και των δυο συνομιλητών, καθώς ο Σωκράτης τελικώς παραδέχεται την διδαχή της πολιτικής αρετής και ο Πρωταγόρας την άποψη του Σωκράτη ότι η αρετή αποτελείται από μια ενότητα αξιών.
H έννοια της αρετής στην Αρχαία Ελλάδα
Η ολιστική σύλληψη σε όλους τους τομείς του βίου των Αρχαίων Ελλήνων, από την γλώσσα, την κοινωνία και την θρησκεία φαίνεται και από τον τρόπο που παρουσιάζεται η αρετή κατά τους μεγάλους φιλοσόφους. Η αρετή στην Αρχαία Ελλάδα είχε μια ευρύτερη έννοια και χρήση.
Εκφράσεις όπως «αρετή ανθρώπου» φανέρωναν την πλήρη διαμόρφωση κάποιου στην ύστατη και τέλεια μορφή τους. Ίσως γι αυτό τον λόγο, σ’ έναν άλλον μύθο να συναντάμε τον Ηρακλή να προσπαθεί να επιλέξει ανάμεσα στις οδούς της Αρετής και της Κακίας. Γιατί η αρετή είναι μια σύσταση αξιών, γνωρισμάτων και αρτιότητας η οποία επιτυγχάνεται με την συνεχή προσπάθεια, μ’ έναν εσωτερικό αγώνα προς την τέλεια ύπαρξη.Έτσι και η πολιτική αρετή κατακτάται από το άρτια διαμορφωμένο άτομο μιας κοινωνίας, το οποίο έχει αναπτύξει πλήρως τις ικανότητές του, πολιτικά και ηθικά, με σκοπό να κυβερνά με το συναίσθημα της δικαιοσύνης, ώστε να επιτυγχάνεται η βελτίωση της ανθρώπινης φύσης.
Τα επιχειρήματα του Πρωταγόρα:
Όταν ο μύθος και η ίδια η κοινωνία προωθεί το μέγιστο αγαθό της πολιτικής αρετής
Ο Πρωταγόρας θέλοντας να επιχειρηματολογήσει για το διδακτό της αρετής, προχωρά σε μια εκτενή αναφορά στον μύθο του Προμηθέα καθώς και στις κοινωνικές συνθήκες της Αρχαίας Αθήνας. Με τα επιχειρήματα του Πρωταγόρα διαφαίνεται η σημασία που έδιναν οι αρχαίοι Προγονοί μας τόσο στην Παράδοσή τους όσο και σ’ ένα σύνολο άγραφων και έγγραφων νόμων προκειμένου να διασφαλιστεί το μέλλον της πόλης-κράτους, το οποίο ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο τόσο με την ηθική των αρχόντων όσο και των ίδιων των πολιτών.
Έτσι, ξεδιπλώνοντας τον μύθο, ο Επιμηθέας και ο Προμηθέας αναλαμβάνουν να μοιράσουν τα δώρα των θεών στον κόσμο.
Ο Επιμηθέας, όμως ζητά να κάνει ο ίδιος την κατανομή και ο Προμηθέας απλώς να τον επιβλέψει. Ο Επιμηθέας, χωρίς να σκεφτεί (Επί+μήδος= σκέφτεται μετά) μοιράζει όλα τα δώρα στα ζώα και αφήνει τον άνθρωπο γυμνό και ανυπεράσπιστο. Όταν ο Προμηθέας θα επιβλέψει τελικά το έργο του Επιμηθέα, θα αναγκαστεί να κλέψει από τον Ήφαιστο και την Αθηνά την έμπυρη τέχνη και την έντεχνη σοφία έτσι ώστε ο άνθρωπος να μπορέσει να επιβιώσει.
«Άτε δὴ οὖν οὐ πάνυ τι σοφὸς ὢν ὁ ,Επιμηθεὺς ἔλαθεν αὑτὸν καταναλώσας τὰς δυνάμεις εἰς τὰ ἄλογα• λοιπὸν δὴ ἀκόσμητον ἔτι αὐτῷ ἦν τὸ ἀνθρώπων γένος, καὶ ἠπόρει ὅτι χρήσαιτο. ἀποροῦντι δὲ αὐτῷ ἔρχεται Προμηθεὺς ἐπισκεψόμενος τὴν νομήν, καὶ ὁρᾷ τὰ μὲν ἄλλα ζῷα ἐμμελῶς πάντων ἔχοντα, τὸν δὲ ἄνθρωπον γυμνόν τε καὶ ἀνυπόδητον καὶ ἄστρωτον καὶ ἄοπλον• ἤδη δὲ καὶ ἡ εἱμαρμένη ἡμέρα παρῆν, ἐν ᾗ ἔδει καὶ ἄνθρωπον ἐξιέναι ἐκ γῆς εἰς φῶς. ἀπορίᾳ οὖν σχόμενος ὁ Προμηθεὺς ἥντινα σωτηρίαν τῷ ἀνθρώπῳ εὕροι, κλέπτει ῾Ηφαίστου καὶ ,Αθηνᾶς τὴν ἔντεχνον σοφίαν σὺν πυρί—ἀμήχανον γὰρ ἦν ἄνευ πυρὸς αὐτὴν κτητήν τῳ ἢ χρησίμην γενέσθαι—καὶ οὕτω δὴ δωρεῖται ἀνθρώπῳ. τὴν μὲν οὖν περὶ τὸν βίον σοφίαν ἄνθρωπος ταύτῃ ἔσχεν, τὴν δὲ πολιτικὴν οὐκ εἶχεν• ἦν γὰρ παρὰ τῷ Διί.»
Η «περί τον βίον σοφίαν», του αρχαίου κειμένου, αποτελεί την ευφυΐα, τις κατασκευαστικές ιδιότητες, την τέχνη ή την τεχνική και την πρακτική εφαρμογή τους για τις καλύτερες δυνατές συνθήκες επιβίωσης των ανθρώπων. Χαρακτηριστικό είναι, στο παρόν απόσπασμα, ότι η «πρώτη» σοφία του ανθρώπου είναι η ανάγκη του να επιβιώσει, χωρίς την προσωπική επιβίωση δεν είναι δυνατόν να αναπτυχθεί τίποτα, πόσο δε μάλλον ένας ολόκληρος πολιτισμός. Η σημασία της εργασίας και της τεχνικής έπαιζε μεγάλο ρόλο στην Αρχαία Ελλάδα κι αυτό φαίνεται και από το παράδειγμα του Σωκράτη με την Εκκλησία του Δήμου, όπου οι Αρχαίοι Αθηναίοι σε θέματα που αφορούσαν συγκεκριμένους τομείς επέτρεπαν μόνο την γνώμη των ειδικών, κι αν κάποιος ο οποίος δεν ήταν ειδικός τολμούσε να εκφέρει την άποψή του, τον περιγελούσε ολόκληρο το σώμα σαν τρελό και τον οδηγούσε εκτός της αίθουσας.
Ο λόγος που έδειχναν τόσο μεγάλη σημασία στην γνώμη των ειδικών ήταν η λήψη ορθότερων αποφάσεων στα θέματα της πόλης-κράτους. Εδώ βλέπουμε την εκ διαμέτρου αντίθετη αντίληψη με την σημερινή όπου νομοσχέδια υπογράφονται χωρίς καν να διαβαστούν πόσο δε μάλλον να δοθούν σε ειδικούς προς μελέτη, έχοντας σαν αποτέλεσμα η χώρα μας να μετρά τα τελευταία χρόνια καθημερινές αυτοκτονίες από τα εξοντωτικά μέτρα που επιβάλλονται ελαφρά τη καρδία για να εξυπηρετήσουν ξένα συμφέροντα.
Το δώρο του Δία: πολιτική αρετή
Στο αρχαίο κείμενο του Πρωταγόρα, συναντάμε την εξέλιξη και την καταγωγή του ανθρώπινου είδους. Η περιγραφή της αναρριχητικής πορείας του ανθρώπου τον οδηγεί από το «εγώ» στο «εμείς», ασχέτως αν το «εμείς» το οποίο προσπαθεί να επιτύχει, λόγω της έλλειψης μιας ανώτερης αξίας (πολιτική αρετή), τον οδηγεί εν τέλει να αδικεί.
«Επειδὴ δὲ ὁ ἄνθρωπος θείας μετέσχε μοίρας, πρῶτον μὲνδιὰ τὴν τοῦ θεοῦ συγγένειαν ζῴων μόνον θεοὺς ἐνόμισεν, καὶ ἐπεχείρει βωμούς τε ἱδρύεσθαι καὶ ἀγάλματα θεῶν•ἔπειτα φωνὴν καὶ ὀνόματα ταχὺ διηρθρώσατο τῇ τέχνῃ, καὶ οἰκήσεις καὶ ἐσθῆτας καὶ ὑποδέσεις καὶ στρωμνὰς καὶ τὰς ἐκ γῆς τροφὰς ηὕρετο. οὕτω δὴ παρεσκευασμένοι κατ” ἀρχὰς ἄνθρωποι ᾤκουν σποράδην, πόλεις δὲ οὐκ ἦσαν• ἀπώλλυντο οὖν ὑπὸ τῶν θηρίων διὰ τὸ πανταχῇ αὐτῶν ἀσθενέστεροι εἶναι, καὶ ἡ δημιουργικὴ τέχνη αὐτοῖς πρὸς μὲν τροφὴν ἱκανὴ βοηθὸς ἦν, πρὸς δὲ τὸν τῶν θηρίων πόλεμον ἐνδεής –πολιτικὴν γὰρ τέχνην οὔπω εἶχον, ἧς μέρος πολεμική– ἐζήτουν δὴ ἁθροίζεσθαι καὶ σῴζεσθαι κτίζοντες πόλεις• ὅτ” οὖν ἁθροισθεῖεν, ἠδίκουν ἀλλήλους ἅτε οὐκ ἔχοντες τὴν πολιτικὴν τέχνην, ὥστε πάλιν σκεδαννύμενοι ιεφθείροντο.»
Αποδίδοντας το κείμενο στα Νέα Ελληνικά, βλέπουμε την ανάγκη του ανθρώπου να αποτελεί μέρος ενός συνόλου, γιατί με τον ατομισμό είτε κινδυνεύει προς εξαφάνιση, λόγω των θηρίων, είτε είναι αδύνατον να παράγει πολιτισμό.
Η έλλειψη της εθνικής ομοψυχίας είναι το κύριο χαρακτηριστικό της εποχής μας. Στις ημέρες μας τα θηρία δεν αποδίδονται με την κυριολεκτική τους σημασία, τα θηρία έχουν πάρει άλλες μορφές, μορφές ανθρώπων. Η ατομικότητα που έχει καλλιεργηθεί όλα αυτά τα χρόνια στοχεύει ακριβώς στον πλήρη αφανισμό ενός Έθνους γενναίων και σοφών Ανδρών.
Για τον Πρωταγόρα, η θεία παρέμβαση παίζει καταλυτικό ρόλο, γιατί ο Δίας, ο πατέρας των Ελλήνων είναι διατεθειμένος να χαρίσει στους ανθρώπους την αιδώ και τη δίκη, δυο χαρακτηριστικά που απαρτίζουν την πολιτική αρετή, αποσκοπώντας στην μη εξαφάνιση των πολυαγαπημένων του παιδιών, τους Έλληνες.
«Ζεὺς οὖν δείσας περὶ τῷ γένει ἡμῶν μὴ ἀπόλοιτο πᾶν, ῾Ερμῆν πέμπει ἄγοντα εἰς ἀνθρώπους αἰδῶ τε καὶ δίκην, ἵν” εἶεν πόλεων κόσμοι τε καὶ δεσμοὶ φιλίας συναγωγοί. ἐρωτᾷ οὖν ῾Ερμῆς Δία τίνα οὖν τρόπον δοίη δίκην καὶ αἰδῶ ἀνθρώποις• «Πότερον ὡς αἱ τέχναι νενέμηνται, οὕτω καὶ ταύτας νείμω; νενέμηνται δὲ ὧδε• εἷς ἔχων ἰατρικὴν πολλοῖς ἱκανὸς ἰδιώταις, καὶ οἱ ἄλλοι δημιουργοί• καὶ δίκην δὴ καὶ αἰδῶ οὕτω θῶ ἐν τοῖς ἀνθρώποις, ἢ ἐπὶ πάντας νείμω;» «,Επὶ πάντας,» ἔφη ὁ Ζεύς, «καὶ πάντες μετεχόντων• οὐ γὰρ ἂν γένοιντο πόλεις, εἰ ὀλίγοι αὐτῶν μετέχοιεν ὥσπερ ἄλλων τεχνῶν• καὶ νόμον γε θὲς παρ” ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον πόλεως.»
Ο φόβος του Δία για το γένος μας, τον αναγκάζει να προβεί ναι μεν από την μία σε μια τόσο απλόχερη γενναιοδωρία αλλά από την άλλη απαιτεί και παραδειγματική τιμωρία σε όσους παραβούν το θείο δώρο του. Αξίζει να σημειωθεί, ότι την πολιτική αρετή δεν την χάρισε αυτούσια, και η σημασία αυτού απαντάται στον ίδιο τον βίο των αρχαίων Ελλήνων που πίστευαν ότι τα πάντα πρέπει να κατακτηθούν με προσωπικό αγώνα, ο Δίας έδωσε την σπορά εμείς πρέπει να θερίσουμε.
Κι αν δεν θερίσουμε, η τιμωρία του πατέρα των θεών και των ανθρώπων θα είναι σκληρή: όποιος δεν μετέχει στην αιδώ και την δίκη θα σκοτώνεται ως αρρώστια της πόλεως.
Αιδώς και Δίκη
Μυθολογικά η Αιδώς και η Δίκη απαντώνται σαν δυο έννοιες που συσχετίζονται πλήρως μεταξύ τους, καθώς ακόμη και στο βασίλειο των θεών, τον Όλυμπο, η Αιδώς ήταν σύντροφος της Δίκης και καθόταν δίπλα στον θρόνο του Δία.
Η Αιδώς αποτελεί τον σεβασμό στους άγραφους νόμους, την ηθική συνείδηση και το αίσθημα ντροπής σε κάθε πράξη που αντιβαίνει και αδικεί το σύνολο μιας κοινωνίας. Την συναντάμε και στον Όμηρο όπου την ύστατη στιγμή ο Αίαντας επιπλήττει τους Αργείους επειδή φοβούνται τους Τρώες, που απειλούν με κάψιμο τα πλοία τους. Φωνάζοντας: «Αιδώς(ντροπή) Αργείοι! Το μόνο βέβαιο που τώρα μας περιμένει είναι να χαθούμε ή να σωθούμε και να διώξουμε τη συμφορά απ’ τα πλοία.». Έτσι η Αιδώς γίνεται το συναίσθημα, το κίνητρο για την εκτέλεση του χρέους, του Ιερού Καθήκοντος κάθε μέλους της κοινωνίας.
Η Δίκη από την άλλη, αποτελεί το σεβασμό στους γραπτούς νόμους, το συναίσθημα δικαιοσύνης και την αντίληψη του δικαίου και του άδικου. Πολλές φορές η Δίκη απαντάται και ως Νέμεση, η οποία σύμφωνα με τον μύθο μοιράζει στον κάθε άνθρωπο, ανάλογα με την αξία και την θέση του, ό,τι του ανήκει. Η επιβολή της θείας δικαιοσύνης της δίνει το δικαίωμα να αφαιρεί ακόμη και την ευτυχία από όσους την έχουν αποκτήσει χωρίς να το αξίζουν.
Αυτά τα δυο θεϊκά δώρα, είναι τα στοιχεία που αποτελούν την βάση της κοινωνικής οργάνωσης και πλέον είναι ξεκάθαρο πως πέραν της θεϊκής προέλευσης έχουν και πολιτικό χαρακτήρα.
Είναι αξιοσημείωτο πως η αιδώς και η δίκη κατακτώνται με τον εσωτερικό αγώνα κάθε ατόμου, η ίδια η τιμωρία η οποία έρχεται για όποιον δεν τις σεβάστηκε είναι και το κύριο επιχείρημα του Πρωταγόρα ότι η πολιτική αρετή μπορεί να διδαχθεί, γι’ αυτό το λόγο άλλωστε υπάρχει και η τιμωρία.
Αν κάποιος τιμωρεί απερίσκεπτα όπως ένα θηρίο, τότε εφόσον δεν συμμορφώνεται με τους γραπτούς και άγραφους νόμους τότε θα πρέπει να τον βρίσκει ή η εξορία ή ο θάνατος.
Τέλος, ο Πρωταγόρας σαν επιχείρημα επιλέγει το παράδειγμα της παιδείας στην Αρχαία Αθήνα, όπου και χαρακτηριστικά αναφέρει πως όταν τα παιδιά των Αθηναίων μαθαίνουν γράμματα τους βάζουν να διαβάζουν δυνατά τα ποιήματα των μεγάλων ποιητών και να τα απομνημονεύουν.
Κάτι τέτοιο ερμηνεύεται ως η μόνη παιδαγωγική μέθοδος, όπου διαμέσου των επαίνων και των εγκωμίων προς τους Αρχαίους ήρωες, ο έφηβος Αθηναίος προσπαθεί να μιμηθεί τους Πρόγονους του και να γίνει αντάξιός τους.
Ελλάδα 2014:
Η σιωπή των Αξιών
Χιλιάδες χρόνια μετά, στην Ελλάδα των μνημονίων και των ξενόδουλων κυβερνήσεων το αίσθημα του σεβασμού στους άγραφους νόμους και η δικαιοσύνη καταπατούνται βάναυσα.
Άλλωστε, είμαστε η γενιά που της διδάξαν να μην πιστεύει σε τίποτα και να αμφιβάλλει για τα πάντα.
Είμαστε η γενιά που έριξε τους θεούς στα Τάρταρα και προτίμησε την αθεΐα.
Και σαν να μην έφτανε όλο αυτό, οι εγχώριοι και μη δυνάστες μας θεωρούν σαν υπέρτατο χρέος μας, την υπεράσπιση της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης μόνο που οι έννοιες αυτές, στην Ελλάδα του 2014, έχουν παρερμηνευτεί και διαστρεβλωθεί πλήρως από τους υποτιθέμενους υπερασπιστές τους..
Κι έτσι για τον «νεοέλληνα», δικαιοσύνη και δημοκρατία είναι να τρώνε οι λίγοι και να πεινάνε οι πολλοί, δικαιοσύνη είναι να αυτοκτονούν χιλιάδες συμπολίτες του επειδή δεν έχουν τα προς το ζην και την ίδια στιγμή αντί να προσπαθεί να βοηθήσει τον αδερφό του, αδιαφορεί «αντιρατσιστικά». Δικαιοσύνη είναι οι κλέφτες, οι απατεώνες, οι μιζαδόροι να είναι έξω και να κυκλοφορούν ελεύθεροι ενώ κάποιοι άλλοι που τόλμησαν να ορθώσουν το ανάστημά τους στην αδικία να βρίσκονται μέσα στην φυλακή.
Δικαιοσύνη είναι οι δολοφόνοι και οι τρομοκράτες να κυκλοφορούν ανενόχλητοι με τις άδειες τους, τις τηλεοπτικές τους εμφανίσεις, τα «ραβασάκια» τους σε ιστοσελίδες «δημοκρατικών» χώρων και την ίδια στιγμή εκλεγμένοι βουλευτές να μην έχουν το δικαίωμα παρουσίας εντός του κοινοβουλίου.
Αιδώς, για σένα «Νέο-Έλληνα» είναι να βρίζεις νεκρούς ανθρώπους, επειδή το φρόνημά τους δεν σου ταιριάζει, αιδώς είναι να κατηγορείς αθώους ανθρώπους ενώ γνωρίζεις ότι εσύ ο ίδιος είσαι ο ένοχος, αιδώς είναι να σκύβεις το κεφάλι και να υποχωρείς υπό τον φόβο να μην χαρακτηριστείς «ακραίος», «εθνικιστής», «νεοναζί».
Αιδώς, για σένα προσκυνημένε, είναι τα μαυροφορεμένα παιδιά στους δρόμους που απαρνιούνται και την ίδια τους την ζωή, σηκώνοντας και το ΔΙΚΟ ΣΟΥ ΧΡΕΟΣ ΣΤΙΣ ΠΛΑΤΕΣ ΤΟΥΣ, την ίδια στιγμή που εσύ και οι όμοιοι σου απολαμβάνετε ξέγνοιαστοι τον καφέ σας σε κάποια πολυσύχναστη “ιν” πλατεία.
Όπως, χιλιάδες χρόνια πριν είχε γράψει ο Ησίοδος, καταραμένοι όσοι γεννήθηκαν στο σιδηρούν γένος:
«Αμποτε να μη ζούσα εγώ σ’ αυτήν την πέμπτη γενεά,
με τους ανθρώπους της· καλύτερα να ‘χα πεθάνει πιο μπροστά
ή να γεννιόμουν ύστερα. Γιατί έφτασε τώρα η ώρα
του γένους του σιδήρου.
Μήτε τη μέρα θα απολείψουν κάματος και πόνος μήτε τη νύχτα
η φθορά τους θα κοπάσει· τους περιμένουν μέριμνες βαριές,
θεόσταλτες, μόλο που κάποτε θα σμίγει και σ’ αυτούς
καλό με το κακό.
Ο Δίας όμως θα αφανίσει κι αυτό το γένος των βροτών·
όταν τα νήπια θα γεννιούνται με κροτάφους γκρίζους·
ούτε ο γονιός θα μοιάζει του παιδιού του μήτε και τα παιδιά
με τους γονείς· ο ξένος στον φιλόξενο, ο σύντροφος στον σύντροφο
μήτε κι ο αδελφός στον αδελφό
δεν θα ‘ναι φίλος πια, που ήταν άλλοτε ο κανόνας.
Θα τους καταφρονούν τους γέροντες γονείς οι απόγονοί τους,
θα τους χλευάζουν ξεστομίζοντας λόγια βαριά,
άσπλαχνοι, ανίδεοι μπροστά στον φόβο του θεού·
σ’ εκείνους που τους γέννησαν, όταν γεράσουν, δεν θα αποδώσουν
τα τροφεία τους· καμιά αρετή ευορκίας, δικαιοσύνης,
καλοσύνης· αντίθετα, θα δείχνουν την εκτίμησή τους
σ’ όποιον θα πράξει το κακό· το δίκιο καθενός η δυνατή γροθιά·
θα λείψει κι η ντροπή· θα βλάφτει ο τιποτένιος τον καλύτερό του,
με δόλια λόγια ξεγελώντας τον, και θα ορκίζεται από πάνω·
ο φθόνος μόνον θα συντροφεύει τους ανθρώπους μες στη συμφορά τους
κακόγλωσσος, χαιρέκακος, μνησίκακος.
Και τότε προς τον Όλυμπο, μακριά από πλατείες και δρόμους,
καλύπτοντας με τον λευκό τους πέπλο την ωραία θωριά τους,
εγκαταλείποντας για πάντα τους ανθρώπους,
θα φύγουν και θ’ ανέβουν στον κόσμο των θεών
η Αιδώς κι η Νέμεση. Ό,τι θα μείνει, θα ᾽ναι μόνο
βάσανα πικρά, κλήρος για τους απόκληρους βροτούς,
δεν θα υπάρξει στα δεινά τους σωτηρία καμιά.
Κατάρα, λοιπόν, για μας τους λίγους που η Αιδώς και η Νέμεση μας εγκατέλειψαν. Κατάρα και ευθύνη για τους Χρυσαυγίτες που δεν τους λύγισαν ούτε οι φυλακίσεις, ούτε οι σφαίρες. Και η σωτηρία και τα δεινά που είναι να έρθουν, καλώς να έρθουν, γιατί EMEIΣ μάθαμε να πολεμάμε και να ορθώνουμε το ανάστημά μας απέναντι σε οποιαδήποτε εχθρό μας.
Μαρία Σιδηροπούλου